ἐκπνεύσας

ἐκπνεύσας
ἐκπνεύσᾱς , ἐκπνέω
breathe out
pres part act fem acc pl (epic doric ionic)
ἐκπνεύσᾱς , ἐκπνέω
breathe out
pres part act fem gen sg (doric)
ἐκπνεύσᾱς , ἐκπνέω
breathe out
aor part act masc nom/voc sg (attic epic ionic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • νέφος — I (Αστρον.). Σμήνος λεπτότατων υδροσταγονιδίων ή παγοκρυστάλλων, που σχηματίζονται στην τροπόσφαιρα, σε ύψη μεταξύ 500 και 12.000 μ. Τα ν. σχηματίζονται λόγω συμπύκνωσης (υδροσταγονίδια) ή στερεοποίησης (παγοκρύσταλλοι) της ατμοσφαιρικής υγρασίας …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”